- Φεζάν
- (η αρχαία Φαζανία). Ιστορική περιοχή της Λιβύης, της οποίας αποτέλεσε από το 1951, έτος της ανεξαρτησίας της χώρας, μέχρι το 1963, όταν εφαρμόστηκε το νέο σύνταγμα της Λιβύης, μια από τις τρεις ομόσπονδες ενότητες μαζί με την Τριπολίτιδα και την Κυρηναϊκή. Σήμερα αντιστοιχεί περίπου στις δύο επαρχίες Σέμπχα (Σάμπχα) και Ουμπάρι (Αουμπάρι). Η Φ., με έκταση 550.000 τ. χλμ., καταλαμβάνει ένα εκτεταμένο τμήμα της σαχαριανής ερήμου, της οποίας περιλαμβάνει και τις τρεις χαρακτηριστικές μορφές: τη βραχώδη (ή χαμάδα), τη χαλικώδη (ή aepip) και τη θινώδη (ή εργκ). Προς Β συνορεύει με την Τριπολίτιδα, από την οποία τη χωρίζει η άγονη ελ-Χάμρα, μια βραχώδης πεδινή έκταση με κοκκινωπό χρώμα. Προς Ν εκτείνεται έως το οροπέδιο Τζάλο και έως τον ορεινό όγκο Τιμπέστι, που τη χωρίζουν από τον Νίγηρα και από το Τσαντ. Πιο αβέβαια είναι τα όρια με την Κυρηναϊκή προς Α και με την Αλγερία προς Δ. Το κλίμα είναι εξαιρετικά θερμό, με μέγιστες θερμοκρασίες 40-50°C και ισχυρές θερμικές διακυμάνσεις, ιδιαίτερα ημερήσιες· οι βροχοπτώσεις, μηδαμινές σχεδόν, παρουσιάζονται ανά διαστήματα πολλών ετών ως έντονες νεροποντές. Το έδαφος χωρίζεται μορφολογικά από τρία μεγάλα βαθύπεδα που περιλαμβάνουν τις κυριότερες οάσεις: Μουρζούκ, Ελ Γκατρούν, Έντρι, Μπρακ και προπάντων την Σέμπχα, πρωτεύουσα σήμερα της ομώνυμης επαρχίας και, παλαιότερα, ολόκληρης της Φ. Ο πληθυσμός, που υπολογίζεται σε περίπου 100.000 κάτ., ζει κατά το μεγαλύτερο μέρος στις οάσεις, όπου ασχολείται με μια αρκετά δύσκολη γεωργία συντήρησης, της οποίας το κυριότερο προϊόν είναι οι χουρμάδες· ημινομάδες είναι όμως οι Τουαρέγκ, πληθυσμός βερβερικής καταγωγής, που ασχολείται με την κτηνοτροφία.
Dictionary of Greek. 2013.